αὐτημερόν
From LSJ
ἀλλ' εἰ μὲν ἁγνόν ἐστί σοι Πειθοῦς σέβας, γλώσσης ἐμῆς μείλιγμα καὶ θελκτήριον → but if you have holy reverence for Persuasion, the sweetness and charm of my tongue
ἀλλ' εἰ μὲν ἁγνόν ἐστί σοι Πειθοῦς σέβας, γλώσσης ἐμῆς μείλιγμα καὶ θελκτήριον → but if you have holy reverence for Persuasion, the sweetness and charm of my tongue
Full diacritics: αὐτημερόν | Medium diacritics: αὐτημερόν | Low diacritics: αυτημερόν | Capitals: ΑΥΤΗΜΕΡΟΝ |
Transliteration A: autēmerón | Transliteration B: autēmeron | Transliteration C: aftimeron | Beta Code: au)thmero/n |
Ion. for αὐθημερόν, Hdt.2.122.
ion. c. αὐθημερόν.
v. αὐθημερόν.
αὐτημερόν επίρρ. (Α)
αυθημερόν.
[ΕΤΥΜΟΛ. Ιων. τ. του αυθημερόν].
αὐτημερόν: Ιων. αντί αὐθ-ημερόν.