τεταρτημόριον

From LSJ
Revision as of 07:52, 31 December 2018 by Spiros (talk | contribs) (4b)

Ὑπὸ γὰρ λόγων ὁ νοῦς μετεωρίζεται ἐπαίρεταί τ' ἄνθρωπος → Borne up by words, the mind soars aloft, and we reach the heights (Aristophanes, Birds 1447f.)

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τεταρτημόριον Medium diacritics: τεταρτημόριον Low diacritics: τεταρτημόριον Capitals: ΤΕΤΑΡΤΗΜΟΡΙΟΝ
Transliteration A: tetartēmórion Transliteration B: tetartēmorion Transliteration C: tetartimorion Beta Code: tetarthmo/rion

English (LSJ)

τό,

   A fourth part, Hdt.2.180; esp. of an obolus, Arist.Pol.1323a31 ( = Lat. quadrans, Plu.Publ.23); 1/4 of a κοτύλη, Hp.Int.26.    2 in Music, quarter-tone, Cleonid.Harm.7, etc.; τεταρτημορίων διέσεων Euc.Sect.Can.p.202H.    II quadrant, Ptol.Tetr.33, Paul.Al.D.2. (Cf. ταρτημόριον.)

German (Pape)

[Seite 1096] τό, der vierte Theil, Her. 2, 180; bes. eines Obols, quadrans, Arist. pol. 7, 1. Vgl. Plut. Popl. 23.

Greek (Liddell-Scott)

τεταρτημόριον: τό, τὸ τέταρτον μέρος, Ἡρόδ. 2. 180· μάλιστα τὸ τέταρτον ὀβολοῦ, Λατιν. quanitans, Ἀριστ. Πολιτικ. 7. 1, 4· οὕτω τεταρτημορίς, ίδος, ἡ, Συλλ. Ἐπιγρ. 2656. 14. 2) ἐν τῇ μουσικῇ, τὸ τέταρτον τόνου, Chappell Anc. Mus. σ. 205, πρβλ. δίεσις ΙΙΙ. ΙΙ. τέταρτον κύκλου, τεταρτοκύκλιον, Εὐκλ.

Greek Monotonic

τεταρτημόριον: τό, το τέταρτο μέρος, τετράπλευρο, σε Ηρόδ.

Russian (Dvoretsky)

τεταρτημόριον: τό1) четверть (τοῦ μισθώματος Her.);
2) четверть обола Arst.;
3) (лат. quadrans) четверть асса Plut.