ῥᾷστος
From LSJ
σοφώτατον χρόνος· ἀνευρίσκει γὰρ πάντα → time is the wisest of all things that are; for it brings everything to light
English (LSJ)
A v. ῥᾴδιος.
German (Pape)
[Seite 835] superl. zu ῥᾴδιος, w. m. s.
French (Bailly abrégé)
η, ον :
v. ῥᾴδιος.
Greek Monolingual
-άστη, -ον, και ῥέϊστος και δωρ. τ. ῥάϊστος, -ΐστη, -ον, και ιων. τ. ῥηΐτατος, -άτη, -ον, Α
(υπερθ. τ.) πάρα πολύ εύκολος.
[ΕΤΥΜΟΛ. Βλ. λ. ῥᾶ (I)].
Greek Monotonic
ῥᾷστος: ανώμ. υπερθ. του ῥᾴδιος.
Russian (Dvoretsky)
ῥᾷστος: superl. к ῥᾴδιος.