εὐκίων
From LSJ
μή μοι θεοὺς καλοῦσα βουλεύου κακῶς· πειθαρχία γάρ ἐστι τῆς εὐπραξίας μήτηρ, γυνὴ Σωτῆρος· ὦδ᾽ ἔχει λόγος → When you invoke the gods, do not be ill-advised. For Obedience is the mother of Success, wife of Salvation—as the saying goes.
English (LSJ)
[ῑ], ον, gen. ονος,
A with beautiful pillars, αὐλαί E.Ion 185 (lyr.), cf. AP7.648.7 (Leon.).
Greek (Liddell-Scott)
εὐκίων: ῑ, ον, ἔχων καλοὺς κίονας, εὐκίονες αὐλαὶ θεῶν Εὐρ. Ἴων 185, Ἀνθ. Π. 7. 648, 7, κλ.
French (Bailly abrégé)
ων, ον ; gén. ονος;
aux belles colonnes.
Étymologie: εὖ, κίων¹.
Greek Monotonic
εὐκίων: [ῑ], -ον, αυτός που έχει εύσχημους κίονες, σε Ευρ., Ανθ.
Russian (Dvoretsky)
εὐκίων: 2, gen. ονος (ῑ) украшенный красивыми колоннами (αὐλαί Eur.; νηός Anth.).
Middle Liddell
with beautiful pillars, Eur., Anth.