πατρελασία

From LSJ
Revision as of 12:50, 15 February 2019 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "τοῡ" to "τοῦ")
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Πονηρός ἐστι πᾶς ἀχάριστος ἄνθρωπος → Ingratus omnis homo non est, quin sit malus → Ein jeder Mensch, der Dankbarkeit nicht kennt, ist schlecht

Menander, Monostichoi, 456

Greek (Liddell-Scott)

πατρελασία: ἡ τοῦ Διὸς (ἡ ὑπὸ τοῦ Διὸς ἐκδίωξις τοῦ πατρὸς αὐτοῦ, Κρόνου), Ἀρσέν. Κερκύρας ἐν Κερκυραῖκ. Ἀνεκδ. ἔκδ. Λ. σ. 18, 18.

Greek Monolingual

ἡ, Α
φρ. «πατρελασία ἡ τοῦ Διός» — η εκδίωξη από τον Δία του πατέρα του Κρόνου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πατήρ, -τρός + ἐλασία «απέλαση, εκδίωξη»].