обменивать
From LSJ
Russian > Greek
ἀντιλαμβάνω, διαλλάσσω, διαλλάττω, ἀνταλλάσσω, ἀνταλάττω, διαμείβω, ἐπαμείβω, καταλλάσσω, καταλλάττω, ἀντικαταλλάσσομαι, ἀντικαταλλάττομαι, ὑπαλλάσσω, ὑπαλλάττω, μεταλαμβάνω
ἀντιλαμβάνω, διαλλάσσω, διαλλάττω, ἀνταλλάσσω, ἀνταλάττω, διαμείβω, ἐπαμείβω, καταλλάσσω, καταλλάττω, ἀντικαταλλάσσομαι, ἀντικαταλλάττομαι, ὑπαλλάσσω, ὑπαλλάττω, μεταλαμβάνω