знаменитый
From LSJ
Ῥῆμα παρὰ καιρὸν ῥηθὲν ἀνατρέπει βίον → Vitae lues vox missa non in tempore → Ein Wort zur Unzeit stülpt das ganze Leben um
Russian > Greek
ἀμύμων, περικλεής, πολύδοξος, περίφαντος, περιβόητος, περίβωτος, περικλυτός, ὀνομαστός, οὐνομαστός, πρόφαντος, μεγακυδής, ἀγακλεής, πρόφατος, γνώριμος, πολυώνυμος, διαβόητος, παράσημος, διαφανής, φανός, φατός, ἔνδοξος, πρεπτός, κλεινός, κλεεννός, ὀνομακλυτός, ὀνομάκλυτος, δακτυλόδεικτος, περίπυστος, ἀμφιβόητος, ἐπιφανής