ἐπισέληνος

From LSJ
Revision as of 15:45, 29 June 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+)<\/b>" to "$1")

ὑμῖν ἔξεστι εὐδαίμοσι γενέσθαι → to you it is permitted to be joyful, it is permitted to be happy, it is permitted to be fortunate, vobis licet esse beatis

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐπισέληνος Medium diacritics: ἐπισέληνος Low diacritics: επισέληνος Capitals: ΕΠΙΣΕΛΗΝΟΣ
Transliteration A: episélēnos Transliteration B: episelēnos Transliteration C: episelinos Beta Code: e)pise/lhnos

English (LSJ)

ον, (σελήνη)

   A moon-shaped: ἐπισέληνα, τά, cakes of this shape, Pl.Com.174.10 (nisi leg. -σέλινα); = πόπανα μηνοειδῆ, Hsch.

German (Pape)

[Seite 976] mondförmig, ἐπισέληνα, mondförmige Kuchen, πόπανα μηνοειδῆ Hesych.; Plat. com. bei Ath. X, 441 f.

Greek (Liddell-Scott)

ἐπισέληνος: -ον, (σελήνη) ἔχων σχῆμα σελήνης· ἐπισέληνα, τά, πλακοῦντες τοιούτου σχήματος, λαγῷα δώδεκ’ ἐπισέληνα Πλάτ. Κωμ. ἐν «Φάωνι» 2. 10. - Καθ’ Ἡσύχ.: «ἐπισέληνα· πόπανα μηνοειδῆ».

Greek Monolingual

ἐπισέληνος, -ον (Α) σελήνη
μηνοειδής, αυτός που έχει το σχήμα της σελήνης («λαγῷα δώδεκ’ ἐπισέληνα», Πλάτ. Κωμ.).