ἰξευτήρ
From LSJ
Πενίας βαρύτερον οὐδέν ἐστι φορτίον → Onus est inopia longe gravius ceteris → Als Armut gibt es keine Last, die schwerer wiegt
English (LSJ)
ῆρος, ὁ,
A fowler, Man.4.339.
German (Pape)
[Seite 1255] ῆρος, ὁ, Vogelsteller mit Leimruthen, Man. 4, 339.
Greek (Liddell-Scott)
ἰξευτήρ: ῆρος, ὁ, ὁ δι’ ἰξευτικῶν καλάμων, δηλ. μὲ «ἰξόβεργας» συλλαμβάνων πτηνά, Μανέθων 4. 339.
French (Bailly abrégé)
ῆρος (ὁ) :
c. ἰξευτής.
Greek Monolingual
ἰξευτήρ -ῆρος, ὁ (Α) ιξεύω
αυτός που συλλαμβάνει πτηνά με ιξόβεργα.