ἐναπόμαγμα

From LSJ
Revision as of 09:35, 30 June 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+), ([\w]+)<\/b>" to "$1, $2")

ἐὰν ᾖς φιλομαθής, ἔσει πολυμαθής → if you are studious, you will become learned

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐναπόμαγμα Medium diacritics: ἐναπόμαγμα Low diacritics: εναπόμαγμα Capitals: ΕΝΑΠΟΜΑΓΜΑ
Transliteration A: enapómagma Transliteration B: enapomagma Transliteration C: enapomagma Beta Code: e)napo/magma

English (LSJ)

ατος, τό,

   A impression, image, Herm.in Phdr.p.68A.

German (Pape)

[Seite 828] τό, das darin Abgedrückte, Hermias Schol. Plat. Phaedr. p. 69.

Greek (Liddell-Scott)

ἐναπόμαγμα: τό, τύπος, εἰκών, Ἑρμίας παρὰ τῷ Σχολ. Πλάτ. ἐν Φαίδρῳ σ. 69.

Spanish (DGE)

-ματος, τό impronta τῆς αἰσθήσεως Herm.in Phdr.68.

Greek Monolingual

ἐναπόμαγμα, το (Α)
το αποτέλεσμα του εναπομάσσω, η αποτύπωση, η εικόνα.