ἀμήνυτος

From LSJ
Revision as of 12:35, 30 June 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+), ([\w]+ [\w]+)<\/b>" to "$1, $2")

Ὀργῆς χάριν τὰ κρυπτὰ μὴ ἐκφάνῃς φίλου → Arcana amici ne per iram prodito → Geheimnisse des Freunds verrate nicht im Zorn

Menander, Monostichoi, 418
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀμήνῡτος Medium diacritics: ἀμήνυτος Low diacritics: αμήνυτος Capitals: ΑΜΗΝΥΤΟΣ
Transliteration A: amḗnytos Transliteration B: amēnytos Transliteration C: aminytos Beta Code: a)mh/nutos

English (LSJ)

ον,

   A not denounced, Hld.8.13, cf. Theognost.Can.83. Adv. ἀμην-υτί unannounced, without warning, Steph.in Hp.1.100 D., al., prob. in A.D.Adv.161.8.

German (Pape)

[Seite 123] nicht angezeigt, Sp.

Greek (Liddell-Scott)

ἀμήνῡτος: -ον, ὁ μὴ μηνυθείς, τὰ ἀμήνυτα κρύφια καὶ ἀθέμιτα, Ἡλιόδ. 8. 13. Παρὰ Βυζαντ. ὑπάρχει ἐπίρρ. -υτί.

Spanish (DGE)

-ον
no indicado, secreto τὰ ἀμήνυτα κρύφια ... φωτίζειν Hld.8.13.4, cf. Theognost.Can.p.83.5.

Greek Monolingual

-η, -ο (Α ἀμήνυτος, -ον) μηνύω
1. αυτός που δεν μηνύθηκε, δεν καταγγέλθηκε
2. αυτός που δεν προαναγγέλθηκε, που έρχεται ξαφνικά, απροειδοποίητα, δίχως να γνωστοποιήσει την άφιξή του.