γραφιοειδής
From LSJ
μηδέ μοι ἄκλαυστος θάνατος μόλοι, ἀλλὰ φίλοισι καλλείποιμι θανὼν ἄλγεα καὶ στοναχάς → may death not come to me without tears, but when I die may I leave my friends with sorrow and lamentation
English (LSJ)
ές,
A like a stylus, γ. ἔκφυσις styloid process of the temporal bone, Gal.UP7.19, 11.4.
Greek (Liddell-Scott)
γραφιοειδής: ἡμαρτημ. γρ. ἀντὶ τῆς ὀρθῆς γραφειοειδής.