λαμπαδίας

From LSJ
Revision as of 19:07, 30 June 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+ [\w]+ [\w]+ [\w]+ [\w]+ [\w]+)<\/b>" to "$1")

Σοφῷ παρ' ἀνδρὶ (Σοφοῦ παρ' ἀνδρὸς) πρῶτος εὑρέθη λόγος → Apud sapientem inventa est ratio primitus → Bei einem weisen Mann fand man zuerst Vernunft

Menander, Monostichoi, 487
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: λαμπᾰδίας Medium diacritics: λαμπαδίας Low diacritics: λαμπαδίας Capitals: ΛΑΜΠΑΔΙΑΣ
Transliteration A: lampadías Transliteration B: lampadias Transliteration C: lampadias Beta Code: lampadi/as

English (LSJ)

ου, ὁ,

   A kind of comet resembling a torch, Chrysipp.Stoic.2.201, Plin.HN2.90, Lyd.Mens.4.116.    2 the star Aldebaran, Ptol.Tetr.23; called λαμπαύρας in Procl.Par.Ptol.33.

German (Pape)

[Seite 11] ὁ, der Fackelträger, eine Art Komet, D. L. 7, 152. – Ptolem. nennt den Stern Aldebaran so.

Greek (Liddell-Scott)

λαμπᾰδίας: -ου, ὁ, ὁ φέρων λαμπάδα· 1) εἶδος κομήτου, Διογ. Λ. 7. 152, Πλίν. 2) ὁ ἀστὴρ Aldebaran, Πτολ. Τετράδ. 1. 8· καλούμενος λαμπαύρας ἐν Πρόκλ. παραφρ. Πτολ. σ. 33.

Greek Monolingual

ο (AM λαμπαδίας)
ο πιο λαμπρός από τους αστέρες του αστερισμού του ταύρου, αλλ. λαμπαύρας
(μσν. -αρχ.) είδος κομήτη που μοιάζει με λαμπάδα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < λαμπάς, -άδος + -ίας].

Russian (Dvoretsky)

λαμπᾰδίας: ου ὁ лампадий, факелоносец (род кометы) Diog. L.