πάκτων
From LSJ
δι' ἐρημίας πολεμίων πορευόμενος → he marched on without finding any enemy, his route lay through a country bare of enemies
English (LSJ)
ωνος, ὁ,
A light boat of wicker-work, used on the Nile, Str.17.1.50, PMag.Lond.46.69, BGU812.3 (ii/iii A. D.), POxy.1220.12 (iii A. D.), etc.
German (Pape)
[Seite 444] ωνος, ὁ, ein leichter Nachen, der auseinandergenommen und wieder zusammengesetzt werden kann, Strab. XVII, 818.
Greek (Liddell-Scott)
πάκτων: -ωνος, ὁ, ἐλαφρὸν ἀκάτιον, ὅπερ δύναταί τις νὰ διαλύσῃ εἰς τεμάχια καὶ νὰ συναρμόσῃ αὐτὸ πάλιν κατὰ βούλησιν, Στράβ. 818.