ἐλαττονότης

From LSJ
Revision as of 15:50, 8 July 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b class="b3">(\w+)<\/b>" to "$1")

Λιμῷ γὰρ οὐδέν ἐστιν ἀντειπεῖν ἔπος → Famem adeo responsare nil contra datur → Erfolgreich widerspricht dem Hunger nicht ein Wort

Menander, Monostichoi, 321
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐλαττονότης Medium diacritics: ἐλαττονότης Low diacritics: ελαττονότης Capitals: ΕΛΑΤΤΟΝΟΤΗΣ
Transliteration A: elattonótēs Transliteration B: elattonotēs Transliteration C: elattonotis Beta Code: e)lattono/ths

English (LSJ)

ητος, ἡ,

   A being less, opp. μειζονότης, Iamb.in Nic.p.33 P.

German (Pape)

[Seite 790] ητος, ἡ, das Kleiner-, Wenigersein, Iambl.

Greek (Liddell-Scott)

ἐλαττονότης: ἡ, τὸ ἀφῃρημένον τοῦ ἐλάττων, ἀντίθετον τῷ μειζονότης, Ἰάμβλ. περὶ τῆς Νικομάχου Ἀριθμ. Εἰσαγ. σ. 45.

Greek Monolingual

ἐλαττονότης, η (Α)
το να είναι κάτι έλασσον, λιγότερο ή μικρότερο από κάτι άλλο.