προκατάστασις

From LSJ
Revision as of 18:50, 11 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><p>" to "<span class="sense">")

Θεὸς πέφυκεν, ὅστις οὐδὲν δρᾷ κακόν → Deus est, qui nihil admisit umquam in se mali → Es ist ein göttlich Wesen, wer nichts Schlechtes tut

Menander, Monostichoi, 234
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: προκατάστᾰσις Medium diacritics: προκατάστασις Low diacritics: προκατάστασις Capitals: ΠΡΟΚΑΤΑΣΤΑΣΙΣ
Transliteration A: prokatástasis Transliteration B: prokatastasis Transliteration C: prokatastasis Beta Code: prokata/stasis

English (LSJ)

εως, ἡ,    A introduction, D.H.Rh.7.4; ἡ π. τῆς διηγήσεως, = προδιήγησις, Hermog.Inv.2.1, cf. 1.4.

German (Pape)

[Seite 729] ἡ, vorgängige Einrichtung, Vorbereitung, D. Hal., bes. Rhett., wie Hermog. invent. 2, 1, λόγος ἐν βραχεῖ τὰ ἐν τῇ καταστάσει μηνύων περιεχόμενα, u. öfter bei Scholl.

Greek (Liddell-Scott)

προκατάστᾰσις: -εως, ἡ, προεισαγωγή, Διον. Ἁλ. Τέχνη Ρητ. 7. 4· = προδιήγησις, Ἑρμογέν. Ρητορ. 81, 8.

Greek Monolingual

-άσεως, ἡ, Α προκαθίστημι
1. προεισαγωγή («τοιαύτης προκαταστάσεως γενομένης», Διον. Αλ.)
2. φρ. «προκατάστασις τῆς διηγήσεως» — προδιήγηση.