προκατάστασις
From LSJ
κάμψαι διαύλου θάτερον κῶλον πάλιν → bend back along the second turn of the race, turning the bend and coming back for the second leg of the double run, run the homeward course, retrace one's steps
English (LSJ)
-εως, ἡ, introduction, D.H.Rh.7.4; ἡ π. τῆς διηγήσεως, = προδιήγησις, Hermog.Inv.2.1, cf. 1.4.
German (Pape)
[Seite 729] ἡ, vorgängige Einrichtung, Vorbereitung, D. Hal., bes. Rhett., wie Hermog. invent. 2, 1, λόγος ἐν βραχεῖ τὰ ἐν τῇ καταστάσει μηνύων περιεχόμενα, u. öfter bei Scholl.
Greek (Liddell-Scott)
προκατάστᾰσις: -εως, ἡ, προεισαγωγή, Διον. Ἁλ. Τέχνη Ρητ. 7. 4· = προδιήγησις, Ἑρμογέν. Ρητορ. 81, 8.
Greek Monolingual
-άσεως, ἡ, Α προκαθίστημι
1. προεισαγωγή («τοιαύτης προκαταστάσεως γενομένης», Διον. Αλ.)
2. φρ. «προκατάστασις τῆς διηγήσεως» — προδιήγηση.