σίτινος

From LSJ
Revision as of 21:55, 11 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><p>" to "<span class="sense">")

Οὐκ ἔστι λύπης χεῖρον ἀνθρώποις κακόν → Maerore nullum hominibus est peius malum → für Menschen gibt's kein größres Leid als Traurigkeit

Menander, Monostichoi, 414
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: σῑτινος Medium diacritics: σίτινος Low diacritics: σίτινος Capitals: ΣΙΤΙΝΟΣ
Transliteration A: sítinos Transliteration B: sitinos Transliteration C: sitinos Beta Code: si/tinos

English (LSJ)

η, ον, = foreg., Gal.12.666, Gp.2.23.9, OGI200.21 (Axum, iv A.D.);    A ἄχυρον PLips.92.7 (ii/iii A.D.), etc.

Greek (Liddell-Scott)

σίτινος: -η, -ον, = σιτικός, Γεωπ. 2. 23, 9.

Greek Monolingual

-η, -ο / σίτινος, -ίνη, -ον, ΝΜΑ
αυτός που προέρχεται ή παρασκευάζεται από σίτο, σιταρήσιος, σταρένιος (α. «ἄχυρον σίτινον», πάπ.
β. «σίτινον ἄλευρον», Θεοφαν.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < σῖτος + κατάλ. -ινος (πρβλ. λίθ-ινος)].