τελεσιφάντης

From LSJ
Revision as of 08:40, 12 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><p>" to "<span class="sense">")

σωφροσύνη τὸ περὶ τὰς γυναῖκας → temperance in relation to women

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τελεσῐφάντης Medium diacritics: τελεσιφάντης Low diacritics: τελεσιφάντης Capitals: ΤΕΛΕΣΙΦΑΝΤΗΣ
Transliteration A: telesiphántēs Transliteration B: telesiphantēs Transliteration C: telesifantis Beta Code: telesifa/nths

English (LSJ)

(-φάστας cod.), ου, ὁ,    A = ἱεροφάντης, ὀργιοφάντης, Hsch.

German (Pape)

[Seite 1085] ὁ, = ὶεροφάντης, ὀργιοφάντης, Hesych.

Greek (Liddell-Scott)

τελεσιφάντης: -ου, ὁ, = ἱεροφάντης, ὀργιοφάντης, Ἡσύχ.

Greek Monolingual

ὁ, Α
(κατά τον Ησύχ.) «ἱεροφάντης, ὀργιοφάντης».
[ΕΤΥΜΟΛ. < θ. τελεσι- (βλ. λ. τέλος) + -φάντης (< φαίνω), πρβλ. ἱερο-φάντης.