Oἷς ὁ βιος ἀεὶ φόβων καὶ ὑποψίας ἐστὶ πλήρης, τούτοις οὔτε πλοῦτος οὔτε δόξα τέρψιν παρέχει. → To those for whom life is always full of fears and suspicion, neither wealth nor fame offers pleasure.
Full diacritics: χαλκιοφύλαξ | Medium diacritics: χαλκιοφύλαξ | Low diacritics: χαλκιοφύλαξ | Capitals: ΧΑΛΚΙΟΦΥΛΑΞ |
Transliteration A: chalkiophýlax | Transliteration B: chalkiophylax | Transliteration C: chalkiofylaks | Beta Code: xalkiofu/lac |
[ῠ], ᾰκος, ὁ, A boiler-keeper in a bathing-establishment, Stoic.1.10, PCair.Zen.799.8 (iii B. C.).
-ακος, ὁ, Α
ο φύλακας του λέβητα σε βαλανεῑον.
[ΕΤΥΜΟΛ. < χαλκίον «χάλκινο σκεύος» + φύλαξ (πρβλ. νυκτο-φύλαξ)].