ἑκατονταετία
From LSJ
Περὶ τοῦ ἐπέκεινα τοῦ νοῦ κατὰ μὲν νόησιν πολλὰ λέγεται, θεωρεῖται δὲ ἀνοησίᾳ κρείττονι νοήσεως → On the subject of that which is beyond intellect, many statements are made on the basis of intellection, but it may be immediately cognised only by means of a non-intellection superior to intellection
English (LSJ)
ἡ, A period of 100 years, Ph.1.101.
German (Pape)
[Seite 752] ἡ, Jahrhundert, App.
Greek (Liddell-Scott)
ἑκᾰτονταετία: ἡ, περίοδος ἑκατὸν ἐτῶν, Schweigh, Ἀππ. τ. 3. σ. 613· ἑκατονταετίζω, ἑκατονταετὴς γίνομαι, παρὰ Θεοδ. Στουδ. σ. 371Β.
Spanish (DGE)
-ας, ἡ
período de cien años, siglo ἡ δὲ ψυχὴ μέχρις ἑκατονταετίας ... μὴ κάμνουσα Ph.1.101, cf. Cyr.H.Catech.2.8.
Greek Monolingual
η (AM ἑκατονταετία)
περίοδος εκατό χρόνων, εκατονταετηρίδα.