Ἰσθμιονίκης

From LSJ
Revision as of 13:04, 28 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b class="b3">νῑ], ου, ὁ</b>" to "νῑ], ου, ὁ")

Ὅρκον δὲ φεῦγε καὶ δικαίως κἀδίκως (κἂν δικαίως ὀμνύῃς) → Iurare fugias, vere, falso, haud interest → Zu schwören meide, gleich ob richtig oder falsch

Menander, Monostichoi, 441
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: Ἰσθμιονίκης Medium diacritics: Ἰσθμιονίκης Low diacritics: Ισθμιονίκης Capitals: ΙΣΘΜΙΟΝΙΚΗΣ
Transliteration A: Isthmioníkēs Transliteration B: Isthmionikēs Transliteration C: Isthmionikis Beta Code: *)isqmioni/khs

English (LSJ)

[νῑ], ου, ὁ,    A conqueror in the Isthmian games, B.9.26 (also Ἴσθμιο-νῑκος, ὁ, Id.1.46): Ἰσθμιονῖκαι, οἱ, title of one book of Pindar's odes, A.D.Synt.156.11, etc.

Greek (Liddell-Scott)

Ἰσθμιονίκης: -ου, ὁ, νικῶν ἐν τοῖς Ἰσθμικοῖς ἀγῶσιν: ― Ἰσθμιονῖκαι, ἐπιγράφονται ᾠδαί τινες τοῦ Πινδάρου.

Greek Monolingual

Ἰσθμιονίκης και Ἰσθμιόνικος, ὁ (Α)
1. ο νικητής στους Ισθμιακούς αγώνες, στα Ίσθμια
2. στον πληθ. Ἰσθμιονῑκαι και Ἰσθμιόνικοι
τίτλος ενός βιβλίου τών ωδών του Πινδάρου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < Ἴσθμια + -νίκης (< νίκη), πρβλ. Ολυμπιο-νίκης, Πυθιο-νίκης].