Μάιος

From LSJ
Revision as of 21:30, 29 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "ΕΤΥΜΟΛ." to "ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ")
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Λιμὸς μέγιστον ἄλγος ἀνθρώποις ἔφυ → Inter dolores maximum humanos fames → Der Hunger ist den Menschen allergrößter Schmerz

Menander, Monostichoi, 320

Greek Monolingual

και Μάης, ο (AM Μάιος)
νεοελλ.-μσν.
ο πέμπτος μήνας του έτους
αρχ.
ο τρίτος μήνας του ρωμαϊκού έτους, αντίστοιχος προς τον θαργηλιώνα του αττικού ημερολογίου.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < λατ. Majus, προσωνυμία του Διός (Majus Juppiter)].

Middle Liddell


(with or without μήν), the Lat. Maius, May, Plut., etc.:—as adj., Μάϊαι Καλάνδαι the Calends of May, Plut.