κροκοδίλινος
From LSJ
Oἷς ὁ βιος ἀεὶ φόβων καὶ ὑποψίας ἐστὶ πλήρης, τούτοις οὔτε πλοῦτος οὔτε δόξα τέρψιν παρέχει. → To those for whom life is always full of fears and suspicion, neither wealth nor fame offers pleasure.
English (LSJ)
[δῑ], η, ον, = sq., [A ambiguitates] Quint.1.10.5.
Greek Monolingual
κροκοδίλινος, -ίνη, -ον (Α) κροκόδιλος
αυτός που αναφέρεται στο σόφισμα κροκοδιλίτης.