παρεκμανθάνω
From LSJ
Τῆς ἐπιμελείας πάντα δοῦλα γίγνεται → Sunt cuncta ubique famula diligentiae → In der Sorgfalt Sklavendienst tritt alles ein
English (LSJ)
A learn incidentally or gradually, τὴν μουσικήν Phld.Mus.p.105 K.
Greek Monolingual
Α εκμανθάνω
μαθαίνω παρεμπιπτόντως ή βαθμηδόν, σταδιακά («παρεκμανθάνειν τὴν μουσικήν», Φιλοδ.).