περάτηθεν
From LSJ
ἴσον ἔχουσαν πατρὶ μένος καὶ ἐπίφρονα βουλήν (Hesiod, Theogony 896) → equal to her father in strength and in wise understanding (on Athena necklace)
English (LSJ)
Adv. A = πέραθεν, A.R.4.54, Man.3.417, Orph.L.606.
German (Pape)
[Seite 563] adv. = πέραθεν, Ap. Rh. 4, 54.
Greek (Liddell-Scott)
περάτηθεν: Ἐπίρρ., = πέραθεν, Ἀπολλ. Ρόδ. Δ. 54, Μανέθων 3. 417, κτλ.
Greek Monolingual
Α
επίρρ. πέραθεν.
[ΕΤΥΜΟΛ. < περάτη + επίρρμ. κατάλ. -θεν (πρβλ. πρύμνη-θεν)].