ποτίταξις
From LSJ
Γλώσσῃ ματαίᾳ ζημία προστρίβεται → Afferre damna lubricum linguae solet → Der eitlen Zunge folgt die Strafe auf den Fuß
English (LSJ)
ιος, ἡ, A = πρόσ-, command, injunction, τᾶς Ἀθάνας Chron.Lind.D.17.
Greek Monolingual
-άξεως, και ιων. τ. γεν. -ιος, ἡ, Α ποτιτάσσω
(δωρ. τ.) η πρόσταξη.