συνεπιφύομαι

From LSJ
Revision as of 10:50, 31 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")

Θνητὸς πεφυκὼς τοὐπίσω πειρῶ βλέπειν → Homo natus id, quod instat, ut videas, age → Als sterblich Wesen mühe dich zu seh'n, was folgt

Menander, Monostichoi, 249
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: συνεπιφύομαι Medium diacritics: συνεπιφύομαι Low diacritics: συνεπιφύομαι Capitals: ΣΥΝΕΠΙΦΥΟΜΑΙ
Transliteration A: synepiphýomai Transliteration B: synepiphyomai Transliteration C: synepifyomai Beta Code: sunepifu/omai

English (LSJ)

A to be attached together with, Gal.2.446, 18(2).975.

Greek Monolingual

ΜΑ ἐπιφύομαι
μσν.
μτφ. επιτίθεμαι στους εχθρούς, ασκώ πίεση
αρχ.
είμαι προσκολλημένος σε κάτι μαζί με κάτι άλλο.

Greek Monolingual

ΜΑ ἐπιφύομαι
μσν.
μτφ. επιτίθεμαι στους εχθρούς, ασκώ πίεση
αρχ.
είμαι προσκολλημένος σε κάτι μαζί με κάτι άλλο.