ἀνισασμός

From LSJ
Revision as of 19:10, 31 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")

Κρεῖττον σιωπᾶν ἐστιν ἢ λαλεῖν μάτην → Silentium anteferendum est vaniloquentiae → Das Schweigen übertrifft vergebliches Geschwätz

Menander, Monostichoi, 290
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀνῐσασμός Medium diacritics: ἀνισασμός Low diacritics: ανισασμός Capitals: ΑΝΙΣΑΣΜΟΣ
Transliteration A: anisasmós Transliteration B: anisasmos Transliteration C: anisasmos Beta Code: a)nisasmo/s

English (LSJ)

ὁ, A equalization, Eust.42.6.

Greek (Liddell-Scott)

ἀνῐσασμός: ὁ, τὸ ἀνισάζειν, ἐξίσωσις, Εὐστ. 42. 6.

Spanish (DGE)

-οῦ, ὁ
igualación, ἐνταῦθα δὲ σημείωσαι καὶ τὸν ἀνισασμὸν τὸν κατά τινα οἷον ἀντίδοσιν καὶ ἀντιπάθειαν Eust.42.6.

Greek Monolingual

ο (Μ ἀνισασμός) ισασμός
νεοελλ.
1. η τακτοποίηση, η διευθέτηση
2. ο διακανονισμός (περιουσιακής διαφοράς)
μσν.
η εξίσωση, η εξομοίωση.