διευθέτηση
From LSJ
ἐπεὰν νῶτον ὑὸς δελεάσῃ περὶ ἄγκιστρον, μετιεῖ ἐς μέσον τὸν ποταμόν, ὁ κροκόδειλος ἵεται κατὰ τὴν φωνήν, ἐντυχὼν δὲ τῷ νώτῳ καταπίνει → when he has baited a hog's back onto a hook, he throws it into the middle of the river, ... the crocodile lunges toward the voice of a squealing piglet, and having come upon the hogback, swallows it
Greek Monolingual
η (Μ διευθέτησις) διευθετώ
τοποθέτηση κάθε πράγματος στη θέση του, τακτοποίηση
νεοελλ.
1. διακανονισμός ενός ζητήματος μετά από άρση τών δυσχερειών
2. «έργα διευθετήσεως» — μεταλλευτικά έργα συμπληρωματικά τών κυρίως ερευνητικών (συγκοινωνίες, μεταφορές κ.λπ.)
μσν.
(για αστέρια) η σχετική θέση.