ἐνδοξότης
τίς τὸν πλανήτην Οἰδίπουν καθ' ἡμέραν τὴν νῦν σπανιστοῖς δέξεται δωρήμασιν → who on this day shall receive Oedipus the wanderer with scanty gifts
English (LSJ)
ητος, ἡ, A distinction, glory, Hsch. s.v. εὔκλεια, Eust.1279.44. II as a honorific address, Just.Nov.41 Pr., Sammelb.4736.1, etc.
German (Pape)
[Seite 835] ητος, ἡ, Berühmtheit, Schol. Il. 8, 441.
Greek (Liddell-Scott)
ἐνδοξότης: ἡ, δόξα, ἐπισημότης, «εὔκλεια» Ἡσύχ., Εὐστάθ. 1279, 44. Λοβ. Φρύν. 351.
Spanish (DGE)
-ητος, ἡ
1 reputación, excelencia, gloria ἀφέλειαν οὐ μόνον ἐπὶ ἁπλότητος οἱ παλαιοὶ ἐτίθουν, ἀλλὰ ... ἐπὶ ... ἐνδοξότητος Eust.1279.44, cf. 1788.15, Orph.L.Ker.33.5, Hsch.s.u. εὔκλεια.
2 como trat. de respeto para altos cargos civiles o relig., c. gen. de la pers. o pron. pos. excelencia, honor ἡ ὑμετέρα ἐ. CChalc.(451) Act.4.9.51, τῇ σῇ ἐνδοξότητι παραδεδώκαμεν τὰς πέντε ταύτας ἐπαρχίας Iust.Nou.41 proem., σπουδασάτω ἡ σὴ ἐ. τούτους διευλυτῶσαι SB 9102.33, cf. POxy.3204.12 (ambos VI d.C.).