δαμιεργός

From LSJ
Revision as of 10:06, 2 January 2021 by Spiros (talk | contribs)

Σοφῷ παρ' ἀνδρὶ (Σοφοῦ παρ' ἀνδρὸς) πρῶτος εὑρέθη λόγος → Apud sapientem inventa est ratio primitus → Bei einem weisen Mann fand man zuerst Vernunft

Menander, Monostichoi, 487
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: δᾱμιεργός Medium diacritics: δαμιεργός Low diacritics: δαμιεργός Capitals: ΔΑΜΙΕΡΓΟΣ
Transliteration A: damiergós Transliteration B: damiergos Transliteration C: damiergos Beta Code: damiergo/s

English (LSJ)

δαμιοεργός, δαμιοργός, Dor. for δημιουργός: δαμιόργιον, τό, A office of δαμιοργοί, LW1572b (Cnidus): δάμιος, Dor. for δήμιος: δαμιόω, Boeot. and Cret. for ζημιόω.

Greek Monolingual

δαμιοεργός και δαμιοργός, ο
βλ. δημιουργός.