γραμματική ἐστιν ἐμπειρία τῶν παρὰ ποιηταῖς τε καὶ συγγραφεῦσιν ὡς ἐπὶ τὸ πολὺ λεγομένων → grammar is a practical knowledge of the usage of poets and writers of prose
Full diacritics: ἐκμαλθᾰκόω | Medium diacritics: ἐκμαλθακόω | Low diacritics: εκμαλθακόω | Capitals: ΕΚΜΑΛΘΑΚΟΩ |
Transliteration A: ekmalthakóō | Transliteration B: ekmalthakoō | Transliteration C: ekmalthakoo | Beta Code: e)kmalqako/w |
= ἐκμαλάσσω (relax, weaken, soften, mollify), Men. Prot. p. 5 D.
ἐκμαλθᾰκόω: καθιστῶ τι μαλθακόν, χαυνώνω, μαλάσσω καλῶς, Σουΐδ. (Μένανδρ. σ. 283 Nieb).
aplacar, apaciguar ἀλαζονείας ἀνάπλεα φρονήματα Men.Prot.5.2.4.