Τὸ δ' ἐκ τυράννων αἰσχροκέρδειαν φιλεῖ → The race of tyrants loves shameful profit
Full diacritics: κίκυμος | Medium diacritics: κίκυμος | Low diacritics: κίκυμος | Capitals: ΚΙΚΥΜΟΣ |
Transliteration A: kíkymos | Transliteration B: kikymos | Transliteration C: kikymos | Beta Code: ki/kumos |
v. κικυμίς.
[Seite 1438] ὁ, = Vorigem, Hesych.
κίκυμος και κίκυβος, ὁ (Α)
(κατά τον Ησύχ.)
1. «λαμπτήρ»
2. «γλαῡξ».
[ΕΤΥΜΟΛ. Παράλληλοι τ. της λ. κικκάδη].