ἑγδάκτυλος
From LSJ
Υἱῷ μέγιστον ἀγαθόν ἐστ' ἔμφρων πατήρ → Prudente patre bonum non maius filio → Dem Sohn ist ein verständiger Vater größtes Gut
English (LSJ)
v. ἑξαδάκτυλος, IG 2.809b195.
Greek (Liddell-Scott)
ἑγδάκτυλος: -ον, (= ἑξαδάκτυλος) Ἐπιγρ. Ἀθηνῶν (τῶν νεωρίων), Ἐφημ. Ἀρχ. Ἀθην. 3144, τετράκις οὕτως.
Spanish (DGE)
-ον
• Alolema(s): ἑξδ- IG 22.1627.448, 1631.265, 277, 1632.4 (todas IV a.C.)
de seis dedos de grosor σχοινία IG ll.cc., SEG 3.137.3.12 (Atenas IV a.C.), ἐμπόλια IG 22.1675.7 (IV a.C.), σανίδες ... πάχος ἑγδάκτυλοι IG 22.1672.154 (IV a.C.), cf. ἑξαδάκτυλος.