ποτονομάζω
From LSJ
English (LSJ)
Doric for προσονομάζω.
Greek Monolingual
Α
(δωρ. τ.) προσονομάζω.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ποτ «προς» (βλ. ποτί) + ὀνομάζω.
Full diacritics: ποτονομάζω | Medium diacritics: ποτονομάζω | Low diacritics: ποτονομάζω | Capitals: ΠΟΤΟΝΟΜΑΖΩ |
Transliteration A: potonomázō | Transliteration B: potonomazō | Transliteration C: potonomazo | Beta Code: potonoma/zw |
Doric for προσονομάζω.
Α
(δωρ. τ.) προσονομάζω.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ποτ «προς» (βλ. ποτί) + ὀνομάζω.