σπονδύλιον
From LSJ
Φίλος με βλάπτων (λυπῶν) οὐδὲν ἐχθροῦ διαφέρει → Laedens amicus distat inimico nihil → Ein Freund, der schadet, ist ganz gelich mir einem Feind
English (LSJ)
v. σφονδύλιον.
German (Pape)
[Seite 924] τό, und σπονδύλιος, ὁ, s. σφονδύλιον.
Greek Monolingual
τὸ, Α
βλ. σφοντύλι.