Ἐσθλῷ γὰρ ἀνδρὶ τἆσθλὰ καὶ διδοῖ θεός → Bonis hominibus quid nisi bona det deus? → Dem edlen Mann gibt Gott auch das, was edel ist
Full diacritics: κανδόχα | Medium diacritics: κανδόχα | Low diacritics: κανδόχα | Capitals: ΚΑΝΔΟΧΑ |
Transliteration A: kandócha | Transliteration B: kandocha | Transliteration C: kandocha | Beta Code: kando/xa |
κήλη (Laconian), Hsch.; cf. καναδόκα.
κανδόχα: «κήλη· Λάκωνες» Ἡσύχ. (ἔνθα διορθωτ. κανδόκα· «χηλὴ...».
κανδόχα, ἡ (Α)
(κατά τον Ησύχ.) «κήλη».
[ΕΤΥΜΟΛ. Βλ. λ. καναδόκα.