ἐάν μή διδάξητε περί ἀρετὴς τούς τό ἀργύριον κλέψαντας, οὐ ταξόμεθα οἱ ὁπλῖται → if you don't teach those who have stolen money a lesson on moral virtue, we, the hoplites, will not line up
Full diacritics: λεύκουρος | Medium diacritics: λεύκουρος | Low diacritics: λεύκουρος | Capitals: ΛΕΥΚΟΥΡΟΣ |
Transliteration A: leúkouros | Transliteration B: leukouros | Transliteration C: leykouros | Beta Code: leu/kouros |
ον, A white-tailed, Hsch. s.v. μάλουρος.
[Seite 35] mit weißem Schwanze, Hesych.
λεύκουρος: -ον, ἔχων τὴν οὐρὰν λευκὴν, Ἡσύχ. ἐν λ. μάλουρος.
λεύκουρος, -ον (Α)
αυτός που έχει λευκή ουρά.