ἀντιστήκω
From LSJ
διαφέρει δὲ ἡ κωμῳδία τῆς τραγῳδίας, ὅτι ἡ μὲν κωμῳδία ἀπὸ γέλωτος εἰς γέλωτα καταλήγει, ἡ δὲ τραγῳδία ἀπὸ θρήνου εἰς θρῆνον → comedy is different from tragedy, because comedy tapers off from laughter into laughter, but tragedy from lament into lament
English (LSJ)
A = ἀνθίσταμαι, Hsch. s.v. ἀντεξάγω.
Greek (Liddell-Scott)
ἀντιστήκω: ἀνθίσταμαι, κοιν. «ἀντιστέκω», «ἐνστάτης, ὁ ἐν τῇ ὁδῷ ἀντιστήκων τινὶ» Σχόλ. εἰς Σοφοκλ. Αἴαντα 104. - «ἀντεξάγω, ἀντιστήκω» Ἡσύχ.
Spanish (DGE)
resistir Seru.Georg.2.417, cf. Didym.Trin.M.39.901A, Hsch.s.u. ἀντεξάγω.