κρυφτό

From LSJ
Revision as of 17:05, 8 April 2021 by Spiros (talk | contribs)

Ἐς δὲ τὰ ἔσχατα νουσήματα αἱ ἔσχαται θεραπεῖαι ἐς ἀκριβείην, κράτισται → But for extreme illnesses, extreme remedies, applied with severe exactitude, are the best (Hippocrates, Aphorism 6)

Source

Greek Monolingual

το
είδος παιδικού παιχνιδιού κατά το οποίο ένας από τους συμπαίκτες προσπαθεί να βρει τους άλλους που κρύβονται.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κρυφτός + κατάλ. -ούλι (πρβλ. φασ-ούλι, χερ-ούλι)].