διασύστασις
Ἴσος ἴσθι πᾶσι, κἂν ὑπερέχῃς τῷ βίῳ → Quamvis superior sorte, da te aequum omnibus → Sei allen gleich, auch wenn du reicher bist
English (LSJ)
εως, ἡ, A commending, τοῦ ζητουμένου Ph.2.454; introduction, Id.1.26. II designation of a successor, δ. ἱερητειῶν SIG1014.13 (pl., Erythrae, iii B.C.).
German (Pape)
[Seite 604] ἡ, Bestätigung, Phile; Empfehlung, Clem. Al.
Greek (Liddell-Scott)
διασύστασις: -εως, ἡ ἐπιβεβαίωσις, ἐπικύρωσις, Φίλων 2. 454. 2) σύστασις, Κλήμης Ἀλ. 624.
Spanish (DGE)
-εως, ἡ
1 cesión, transferecia de un sacerdocio a un familiar IEryth.201c.12, 34, 57 (III a.C.).
2 confirmación, demostración τοῦ ζητουμένου Ph.2.454, δ. ἑβδομάδος ὡς θαυμαστὴν ἐχούσης ἐν τῇ φύσει τάξιν la confirmación de que el número siete tiene un rango maravilloso en la naturaleza Ph.1.26, del buen cristiano, Clem.Al.Strom.4.131.4.
Greek Monolingual
διασύστασις, η (Α)
1. επιβεβαίωση, επικύρωση
2. εισήγηση
3. ορισμός ή εγκατάσταση διαδόχου.