ἤκουσεν ἐν Ῥώμῃ καὶ ἀρσένων ἑταιρίαν εἶναι → he heard that there was also a fellowship of males in Rome (Severius, commentary on Romans 1:27)
ο
μηχανή η οποία μετατρέπει τη θερμότητα σε μηχανικό έργο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < θερμ(ο)- + κινητήρας. Απόδοση στην ελλ. ξεν. όρου (πρβλ. γαλλ. moteur thermique)].