λυσσάγρα

From LSJ
Revision as of 14:35, 23 August 2021 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")

Ἦθος πονηρὸν φεῦγε καὶ κέρδος κακόν → Iniusta fuge compendia et mores malos → Charakterlosigkeit und Unrechtsvorteil flieh

Menander, Monostichoi, 204

Greek Monolingual

λυσσάγρα, ἡ (Μ)
παράφορο πάθος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < λύσσα + κατάλ. άγρα (πρβλ. λωλ-άγρα)].