Τούτῳ τῷ λόγῳ χρήσαιτο ἄν τις ἐπ' ἐκείνων τῶν ἀνθρώπων οἳ παραδόξως ἀλαζονεύονται, μηδὲ τὰ κοινὰ τοῖς ἀνθρώποις ἐπιτελεῖν δυνάμενοι → One would use this fable for those who give themselves unreasonable airs, but can't handle everyday life (Aesop 40)
(επίρρ)1. αμέσως2. με μια κίνηση, μεμιάς, χωρίς διακοπή, μονορούφι («ήπιε ένα ποτηράκι ούζο μονομιάς»)3. ξαφνικά, αιφνίδια.[ΕΤΥΜΟΛ. < μον(ο)- + μιας (πρβλ. διαμιάς)].