μορφοποίηση

From LSJ
Revision as of 15:25, 23 August 2021 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Νέμεσις προλέγει τῷ πήχεϊ τῷ τε χαλινῷ μήτ' ἄμετρόν τι ποιεῖν μήτ' ἀχάλινα λέγειν → Nemesis warns us by her cubit-rule and bridle neither to do anything without measure nor to be unbridled in our speech

Source

Greek Monolingual

η
1. τεχνολ. γενικός τεχνολογικός όρος, χρησιμοποιούμενος για να εκφράσει τη διαμόρφωση και τον σχηματισμό διαφόρων αντικειμένων
2. γλωσσ. η υλοποίηση τοὺ σημασιολογικού επιπέδου στο επίπεδο του γλωσσικού σημαίνοντος.
[ΕΤΥΜΟΛ. Απόδοση στην ελλ. ξεν. όρου, πρβλ. γαλλ. formage (< forme «μορφή»). Η λ., στον λόγιο τ. μορφοποίησις, μαρτυρείται από το 1859 στον Σπ. Ζαμπέλιο].