τὸ μὴ γὰρ εἶναι κρεῖσσον ἢ τὸ ζῆν κακῶς → for it is better not to exist than to live in misery
[Seite 1241] ὁ, Anordner des Gottesdienstes, Dion. Areop.
ἱεροθέτης, ὁ (Μ)αυτός που όριζε τις ιερές τελετές.[ΕΤΥΜΟΛ. < ιερ(ο)- + -θέτης (< τίθημι), πρβλ. δικαιο-θέτης, παλαιο-θέτης.