φρουράρχης

From LSJ
Revision as of 12:05, 9 January 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "v. l." to "v.l.")

ἐγγυητής τοῦ ἀργυρίου ἀξιόχρεωςtrustworthy guarantor for the money

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: φρουράρχης Medium diacritics: φρουράρχης Low diacritics: φρουράρχης Capitals: ΦΡΟΥΡΑΡΧΗΣ
Transliteration A: phrourárchēs Transliteration B: phrourarchēs Transliteration C: frourarchis Beta Code: froura/rxhs

English (LSJ)

ου, ὁ, A = φρούραρχος, Them.Or.10.136b (pl.).

German (Pape)

[Seite 1310] ὁ, = φρούραρχος.

Greek (Liddell-Scott)

φρουράρχης: -ου, ὁ, = φρούραρχος, Θεμίστ. 136Β, καὶ διάφ. γραφ. παρὰ Ξεν.

Greek Monolingual

ὁ, ΜΑ
φρούραρχος.
[ΕΤΥΜΟΛ. Μεταπλασμένος τ. της λ. φρούραρχος κατά τα πρωτόκλιτα αρσ. σε -ης].

Russian (Dvoretsky)

φρουράρχης: ου ὁ Xen. v.l. = φρούραρχος.