ἀπαθῶς
From LSJ
αὔριον ὔμμε πάσας ἐγὼ λουσῶ Συβαρίτιδος ἔνδοθι λίμνας → tomorrow I'll wash you one and all in Sybaris lake
French (Bailly abrégé)
adv.
avec indifférence.
Étymologie: ἀπαθής.
Russian (Dvoretsky)
ἀπαθῶς: бесстрастно, безразлично, равнодушно (ἀ. καὶ ἀναισθήτως ἔχειν πρός τι Plut.).