μεσοδάκτυλος
From LSJ
Ἔοικα γοῦν τούτου γε σμικρῷ τινι αὐτῷ τούτῳ σοφώτερος εἶναι, ὅτι ἃ μὴ οἶδα οὐδὲ οἴομαι εἰδέναι → I seem, then, in just this little thing to be wiser than this man at any rate, that what I do not know I do not think I know either
English (LSJ)
ὁ, middle phalanx of a finger, Cat.Cod.Astr. 7.238.
German (Pape)
[Seite 138] zwischen den Fingern oder den Zehen, Diosc. u. a. Sp.
Greek Monolingual
μεσοδάκτυλος, ὁ (Α)
η μεσαία φάλαγγα ενός δακτύλου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μεσ(ο)- + δάκτυλος.